lundi 23 avril 2012


Πολιτική και λογοτεχνία

Του Στέφανου Κωνσταντινίδη

 
Η πολιτική προεκτείνεται με τον έναν ή τον άλλο τρόπο στην τέχνη και ιδιαίτερα στη λογοτεχνία. Η τέχνη για την τέχνη είναι μια ιδεαλιστική αντίληψη χωρίς αντίκρισμα στην πραγματικότητα. Αυτό δεν σημαίνει πως η έκθεση των όποιων πολιτικών ιδεών, όσο σημαντικές και να είναι, είτε στην ποίηση είτε στην πεζογραφία, οδηγούν και σε λογοτεχνική δημιουργία. Για να μετουσιωθούν σε λογοτεχνία οι πολιτικές ιδέες χρειάζεται και η αισθητική καταξίωση. Έτσι μπορεί να έχουμε ένα καταξιωμένο αισθητικά λογοτεχνικό έργο με απορριπτέες πολιτικές ιδέες και αντίθετα να έχουμε καταξιωμένες πολιτικές ιδέες σε ένα έργο χωρίς αυτό να καταξιώνεται αισθητικά. Δεν θα συζητήσω εδώ για τη συλλογική νόρμα που παραπέμπει στον λογοτεχνικό κανόνα, ούτε πώς αυτή επιβάλλεται, ούτε και την αμφισβήτησή της. Στόχος μου είναι να αναφερθώ πολύ συνοπτικά σε τρία λογοτεχνικά έργα, τα δύο από τα οποία προκάλεσαν συζητήσεις, μερικές φορές έντονες, ενώ το τρίτο έχει τη δική του ήρεμη παρουσία.

Το μυθιστόρημα του Βασίλη Γκουρογιάννη, Κόκκινο στην Πράσινη Γραμμή, (Αθήνα, Εκδόσεις Μεταίχμιο) δέχτηκε έντονες επικρίσεις που προέρχοταν κυρίως από τον χώρο της Άκρας Δεξιάς, αν όχι από φιλοχουντικά στοιχεία, ότι παραποιεί τα γεγονότα του 1974. Αντίθετα από τον χώρο των μεταμοντέρνων και νεοφιλελεύθερων απομονώθηκαν κάποια στοιχεία για να παρουσιαστεί ως το ευαγγέλιο του αντιεθνικισμού αν όχι για να αποδοθούν συλλογικές ευθύνες στον κυπριακό λαό για δραστηριότητες μεμονωμένων ομάδων ή ατόμων στην περίοδο του πραξικοπήματος και της εισβολής. Επιδιώχθηκε εν ολίγοις, μέσα από το συγκεκριμένο μυθιστόρημα, η εξίσωση των εγκλημάτων της Τουρκίας με αυτά μεμονωμένων ατόμων και ομάδων. Άνθρωποι «υπεράνω κάθε υποψίας» όπως ο στρατηγός Δημήτρης Αλευρομάγειρος και ο Γιώργος Καραμπελιάς υπερασπίστηκαν το έργο του Γκουρογιάννη ως προς τον τρόπο της παρουσίασης των ιστορικών γεγονότων παρά την επιμέρους κριτική που του άσκησαν. Οι θέσεις που εκφράστηκαν τόσο από τους ακροδεξιούς όσο και από τους μεταμοντέρνους νεοφιλελεύθερους είναι ακραίες και η κάθε ομάδα είδε αυτά που ήθελε να δει και όχι αυτά που κομίζει το μυθιστόρημα. Είναι δεδομένο πάντως ότι υπάρχουν αδυναμίες ως προς τις ιστορικές αναφορές του Γκουρογιάννη, όπως είναι δυνατόν να διαφωνεί κανείς με κάποιες ιδεολογικές του εμμονές. Πρόκειται όμως για ένα αξιόλογο μυθιστόρημα με μια δυνατή γραφή, καταξιωμένο αισθητικά, με γλωσσική επάρκεια και έντονη και σύνθετη πλοκή. Συμπερασματικά το έργο επικρίθηκε ή προκάλεσε συζητήσεις ως προς τις πολιτικές του προεκτάσες και όχι ως προς την όποια λογοτεχνική του αξία.
Το μυθιστόρημα του Άντη Ροδίτη Δέκα χιλιάδες μέλισσες (Αθήνα. Εκδόσεις Αρμός) είναι πολιτικά μια προσπάθεια απομυθοποίησης του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου και μια έντονη προβολή της ιδέας πως το 1964 χάθηκε μια ευκαιρία να πραγματοποιηθεί η Ένωση. Η γραφή του Ροδίτη είναι στρωτή και το αποτέλεσμα της προσπάθειάς του σε λογοτεχνικό επίπεδο είναι θετικό. Παρά τους κάποιους πλατιασμούς στην προσπάθεια απομυθοποίησης του Μακαρίου, ειδικά οταν προχωρεί σε παραλληλισμούς με τον Αφρικάνο ηγέτη Πρέμπε, το μυθιστόρημά του καταξιώνεται αισθητικά. Σε επίπεδο όμως πολιτικών ιδεών, παρά το γεγονός ότι πρέπει να του αναγνωριστεί η ερευνητική προσπάθεια που κατέβαλε, οδηγείται σε αυθαίρετα συμπεράσματα λόγω των εμμονών του να μη βλέπει τίποτε το θετικό στην προσωπικότητα του Μακαρίου, αλλά κυρίως της λανθασμένης εκτίμησής του για το περιβόητο σχέδιο Άτσεσον. Αυτό που ο Ροδίτης πιστεύει ότι θα ήταν η Ένωση, ο ίδιος ο Άτσεσον το είπε διπλή ένωση και διχοτόμηση, λίγο αργότερα που είχε λήξει η αποστολή του. Ό,τι έγινε το 1974, θα είχε κατά πάσαν πιθανότητα συμβεί από το 1964. Το να πιστεύει κανείς ότι οι Αμερικανοί θα παρέδιδαν την Κύπρο στην Ελλάδα και θα άφηναν την Τουρκία στα κρύα του λουτρού κι ότι αυτό το εμπόδισε ο Μακάριος, είναι τουλάχιστον πολιτική αφέλεια. Και τι εμπόδιζε τους Αμερικανούς και την Αθήνα, αν όντως έτσι είχαν τα πράγματα, να προχωρήσουν στην εφαρμογή του σχεδίου τους; 
Το τρίτο μυθιστόρημα, του Χρήστου Ψιλογένη-Κουπάπου Με Αγάπη και Κουράγιο (Αθήνα, Εκδόσεις Κ. Μ. Ζαχαράκης) κινείται σε πιο ήρεμα πολιτικά νερά. Η πολιτική έχει συνεχή παρουσία στη διήγησή του από την Αγγλοκρατία μέχρι τις μέρες μας, αλλά δεν προκαλεί κατά κανόνα, δεν έχει τις «αναθεωρητικές» αξιώσεις των δύο άλλων μυθιστορημάτων στα οποία αναφερθήκαμε. Παρουσιάζει αυτό που θα έλεγα ήρεμη δύναμη του διπλωμάτη, αφού στη διπλωματία έκανε καριέρα ο συγγραφέας του, χωρίς αυτό να σημαίνει πως δεν εκφράζει καθαρές πολιτικές ιδέες. Οι χαρακτήρες του είναι δυνατοί και η διήγηση του καταξιώνεται λογοτεχνικά.
*Ο Στέφανος Κωνσταντινίδης είναι καθηγητής πολιτικών επιστημών στο Κεμπέκ του Καναδά και επιστημονικός συνεργάτης του Πανεπιστημίου Κρήτης.
Ε-mail: stephanos.constantinides@gmail.com

Aucun commentaire: